- απόπασχα
- επίρρ. после пасхи
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
απόπασχα — 1. η τρίτη Κυριακή μετά το Πάσχα 2. μετά το Πάσχα … Dictionary of Greek
(ε)ξώλαμπρα — επίρρ., αφού περάσει η Λαμπρή, τις πρώτες ημέρες μετά το Πάσχα, απόπασχα, εξώπασχα. ξώλαμπρα επίρρ. χρον., μετά τη Λαμπρή, ξώπασχα … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)